Αρχική Σελίδα |  Skip navigations |  日本語
 

Η θρησκευτική αρχιτεκτονική

 
IAΠΩΝΙΑ, Η ΧΩΡΑ ΤΟΥ ΑΝΑΤΕΛΛΟΝΤΟΣ ΗΛΙΟΥ:

Δρ. Κλαίρη Β. Παπαπαύλου
Ιστορικός Απωανατολικής Τέχνης



4. Η θρησκευτική αρχιτεκτονική

Η θρησκευτική αρχιτεκτονική της Ιαπωνίας είναι βασικά συνυφασμένη με τις δύο μεγάλες θρησκείες της: τη σιντοϊστική και τη βουδδιστική.

Τα σιντοϊστικά ιερά είναι αφιερωμένα στους θεούς του Σίντο, τους κάμι. Οι κάμι είναι θεότητες των βουνών, των δασών, των ποταμών, των κοσμικών φαινομένων, αλλά και τοπικοί προστάτες διαφόρων περιοχών - μορφές συνυφασμένες με τους μύθους που σώζονται στα παλιά χρονικά και μιλούν για τη δημιουργία των θεών και της ίδιας της χώρας. Ωστόσο οι απεικονίσεις των κάμι στην τέχνη απαντούν σε μεταγενέστερο στάδιο, πιθανότατα κάτω από την επίδραση της βουδδιστικής τέχνης. Τα ιερά σύμβολα που συνδέονται με τη λατρεία του σιντοϊσμού και με το περιφημότερο σιντοϊστικό ιερό, αυτό της (περιοχής τής) Ίσε, είναι τα επονομαζόμενα Αυτοκρατορικά Κειμήλια - δηλαδή ο Καθρέφτης, το Ξίφος και το Κόσμημα που ο πρώτος αυτοκράτορας, ο Τζιμμού (τοποθετείται παραδοσιακά στο 660-585 π.Χ.), έλαβε από την πρόγονό του, τη θεά του ήλιου Αματεράσου.

Eικ. 1 
Τα σιντοϊστικά ιερά οικοδομούνται κατά κανόνα μέσα στη φύση, προφανώς γιατί το τελετουργικό τους, όπως αυτό της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, έχει άμεση σχέση με τις προσφορές στους θεούς και με τα αγαθά που διασφαλίζει η καλλιέργεια της γης. Μπορεί να περιλαμβάνουν περισσότερα ή λιγότερα κύρια και βοηθητικά κτίσματα, ανάλογα με τη σπουδαιότητά τους, αλλά είναι πάντοτε αρμονικά δεμένα με τον περίγυρό τους, το πράσινο των δέντρων και τα νερά που τα συντροφεύουν, δηλωτικά της στενής σχέσης καθαρμού του Σίντο με το υγρό στοιχείο. Μπορεί επίσης να μην είναι άμεσα ορατά ή προσιτά, αλλά η παρουσία τους "προαναγγέλλεται" από μία ή περισσότερες τορίι - απλούστατες πύλες σε σχήμα περίπου ελληνικού Π, που οδηγούν προς το λατρευτικό χώρο (εικ. 1).

Τα κυρίως ιερά, αν και προσδιορίζονται με διάφορες ονομασίες συναρτημένες με τους αρχιτεκτονικούς τύπους τους, θυμίζουν γενικά τις πρώιμες κατοικίες - ή μαρτυρίες για ανακτορικές κατασκευές - με τα υπερυψωμένα δάπεδα, την είσοδο συνηθέστερα στις μακριές πλευρές, τις ψαθωτές στέγες και τα σταυρωτά και οριζόντια δοκάρια τους, που αξιοποιούνται και ως διακοσμητικά στοιχεία στην επίστεψή τους. Η όλη αισθητική τους στηρίζεται στην ανάδειξη της ζεστής επιφάνειας και του φυσικού χρώματος του ξύλου, τις αρμονικές αναλογίες, τα διακριτικά μεγέθη, την καθαρότητα των αρχιτεκτονικών γραμμών που συνενώνονται σε οριζόντιους, κάθετους και διαγώνιους συνδυασμούς. Απαντούν όμως και βαθυκόκκινα κτίσματα και ενδεχομένως κάποια καμπύλα περιγράμματα, που απηχούν συγκερασμούς με τη βουδδιστική αρχιτεκτονική.

Πολλά σιντοϊστικά ιερά, ιδίως τα παλαιότερα, παρουσιάζουν ασάφειες στη χρονολόγηση ή τον τύπο τους, γιατί έχουν υποστεί επανειλημμένες καταστροφές (συνήθως από πυρκαγιές) και συνακόλουθες ανοικοδομήσεις. Υπάρχουν όμως και αυτά που διασώζουν το αρχικό σχήμα τους χάρη σε ανοικοδομήσεις και τούτο ισχύει κατεξοχήν για το ιερό της Ίσε (βλ. εικ. 1), που από την αρχαιότητα κατεδαφιζόταν και ξανακτιζόταν κάθε είκοσι χρόνια, ακριβώς για να διατηρείται η μορφή του ανέπαφη. Η εκπληκτική αυτή συνήθεια συνεχίζεται και σήμερα.

Eικ. 2 
Η ομορφιά και οι παραδόσεις του ιερού της Ίσε έχουν γίνει αγαπημένο θέμα της παραδοσιακής λογοτεχνίας - από τις "Ιστορίες της Ίσε" της περιόδου Χεϊάν (βλ. κεφ. 1) ως τα ταξιδιωτικά κείμενα του "τροβαδούρου" του 17ου αι. Ματσούο Μπασό. Υπάρχει όμως και το εξίσου περίφημο (παλαιό αλλά περισσότερο επισκευασμένο) επιβλητικό ιερό στο Ιζούμο, που μάγεψε μεταξύ άλλων και τον Ελληνοϊάπωνα συγγραφέα Λευκάδιο Χερν (1850-1904). Και υπάρχουν μια σειρά από άλλα ονομαστά ιερά, όπως π.χ. το ιερό Κασούγκα στη Νάρα, ή το πανέμορφο ιερό της Ιτσούκου-σίμα - στο νησάκι Μιγιατζίμα της "Εσωτερικής Θάλασσας", απέναντι από τη Χιροσίμα (εικ.2, χάρτης κεφ. 1) - που οι αρχές του ανάγονται στην εποχή Χεϊάν, ή ακόμη το ιερό Χεϊάν στο Κυότο, που οικοδομήθηκε το 1895 για να θυμίζει τα χίλια εκατό χρόνια από την ίδρυση (794) της αυλικής πρωτεύουσας, για το οποίο εκφράζεται επίσης θαυμαστικά ο Λευκάδιος Χερν.

Απέναντι στα γραφικά ιερά των κάμι, που ξεπροβάλλουν σχεδόν σε κάθε γωνιά της ιαπωνικής γης, οι βουδδικοί ναοί αντιπαρατάσσουν τις επιβλητικές κατασκευές τους, που είναι κι αυτές ξύλινες αλλά απηχούν (και σε πολλές περιπτώσεις, διασώζουν) αρχιτεκτονικούς τύπους συνυφασμένους με την πρωιμότερη διαμόρφωση της βουδδιστικής τέχνης στην Κίνα και την Κορέα.

Eικ. 3 
Όπως δείχνει κατ΄εξοχήν το περίφημο Χορυούτζι (εικ. 3) κοντά στη Νάρα, που η ιστορία του είναι συνυφασμένη με αυτήν του πρίγκιπα Σότοκου (βλ. κεφ. 3), τα βουδδιστικά ιερά αποτελούν συγκροτήματα που θα μπορούσαν να παραλληλιστούν, από αρκετές πλευρές, με τα βυζαντινά μοναστήρια. Στα συμπληρωματικά θρησκευτικά ή άλλα οικοδομήματά τους περιλαμβάνονται βιβλιοθήκες, ξενώνες, κωδωνοστάσια, αποθήκες κτλ και ενδεχομένως κάποια πολύ καλαίσθητα κυκλικά κτίσματα - που θα μπορούσαν να παραλληλιστούν με τις θόλους των αρχαίων ελληνικών ιερών ή με τη γνωστή μας ροτόντα της Θεσσαλονίκης, αν δεν ήταν, λόγω του υλικού τους, πολυγωνικά. Τα κύρια οικοδομήματα των ιερών - η "χρυσή αίθουσα" (κόντο), που περιέχει τα σημαντικότερα λατρευτικά αγάλματα, οι μνημειακές πύλες που οδηγούν σ΄αυτήν και η αίθουσα συγκέντρωσης των μοναχών (kodo) που βρίσκεται πίσω της - ακολουθούν διάταξη αυστηρά αξονική και περιβάλλονται, όπως και οι πολυώροφες παγόδες που πλαισιώνουν τη "χρυσή αίθουσα", από μεγάλες αυλές με στοές. Οι αυλές και η συνολική εικόνα δίνουν μια εντύπωση τελείως διαφορετική από αυτήν που υποβάλλουν οι φημισμένοι πολλαπλοί φράχτες του σιντοϊστικού ιερού της Ίσε.

Το Χορυούτζι, στη μορφή που σώζεται και που είναι επακόλουθο ανοικοδόμησης μετά την καταστροφή του το 670, δεν ακολουθεί την τυπική αξονική διάταξη που περιγράφτηκε. Ο επισκέπτης, όταν διασχίζει τη μεσαία πύλη του ιερού, αντικρίζει την κύρια όψη του κόντο λοξά δεξιά του (και αντίστοιχα της παγόδας, αριστερά του). Αυτό σημαίνει ότι η επίσκεψη των κύριων οικοδομημάτων του συγκροτήματος γίνεται όχι σε ευθεία γραμμή αλλά με ελικοειδή πορεία - και ορθά, το γεγονός έχει χαρακτηριστεί ως πρώιμη ένδειξη μιας ιαπωνοποιημένης αισθητικής αντίληψης που δεν αγαπά την αυστηρή συμμετρία και που θα επικρατήσει στις κατοπινές εποχές. Εμείς θα επισημάνουμε την εντυπωσιακή αναλογία αυτής της αισθητικής αντίληψης με εκείνη που κυριάρχησε στον προσανατολισμό των κύριων οικοδομημάτων της περίκλειας Ακρόπολης (του Παρθενώνα και του Ερεχθείου), ενώ έχει ήδη παρατηρηθεί και μια άλλη "ελληνοϊαπωνική" αναλογία, στο γνώρισμα της "έντασης" των ξύλινων κιόνων του περιστυλίου του Χορυούτζι και αυτής των κιόνων που περιβάλλουν τους ελληνικούς ναούς.

Eικ. 4 
Η παγόδα και το κόντο του Χορυούτζι (εικ. 3) έχουν σχήμα περίπου τετράγωνο. Στους μεγάλους κλασικούς ναούς του 8ου αιώνα στη Νάρα - Τοντάιτζι (εικ. 4), Τοσοντάι-τζι, Κόφουκου-τζι κ.α. - οι παγόδες είναι τετράγωνες και τα κύρια κτίσματα ορθογώνια. Τα τελευταία έχουν πρόσοψη στις μακριές πλευρές και κεραμωτές στέγες (μερικές φορές, διπλές), που στη χαρακτηριστικότερη παραλλαγή τους σχηματίζουν, στα πλάγια τους, αετώματα και προστώα. Έχουν επίσης κιονοστοιχίες στο εσωτερικό τους ή και στην πρόσοψη.

Ένα λιγότερο ή περισσότερο περίπλοκο σύστημα σύνδεσης των κιόνων με τις οροφές καθορίζει, όπως στα κιονόκρανα και τους θριγκούς των ελληνικών ναών, τους βασικούς αρχιτεκτονικούς τύπους: τέντζικου-γιο ή ινδικό στυλ, καρά-γιο ή κινεζικό στυλ, γουά-γιο ή ιαπωνικό στυλ. Δεν πρόκειται ωστόσο για απλές αισθητικές παραλλαγές αλλά και για στοιχεία συνυφασμένα, όπως και άλλα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά, με τη θρησκευτική σχολή στην οποία ανήκει κάθε συγκρότημα.

Σε μεταγενέστερες της Νάρα εποχές και κάτω από την επίδραση διαφορετικών σχολών, τα ναϊκά συγκροτήματα μεταφέρονται σε εξοχικές ή και απομονωμένες τοποθεσίες. Αποκτούν τότε εντονότερο θρησκευτικό ή μυστικό χαρακτήρα και παράλληλα, ασύμμετρη διάταξη. Επίσης, πολλά μεταγενέστερα κτίσματα, βουδδιστικά όπως και σιντοϊστικά, παρουσιάζουν ανάμεικτα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά, ενδεικτικά της τάσης συγκερασμού που χαρακτηρίζει γενικότερα το ιαπωνικό πνεύμα.

Eικ. 5 
Υπάρχουν τέλος και κάποια ιδιόμορφα θρησκευτικά κτίσματα, που οφείλουν την ιδιομορφία τους στο γεγονός ότι είχαν χρηματίσει ηγεμονικές κατοικίες πριν μετατραπούν σε ναούς. Στα γνωστότερα από αυτά συγκαταλέγονται ο "χρυσός ναός" [Κίνκακου-τζι,1394, ξανακτισμένος τον περασμένο αιώνα μετά από ολοκληρωτική καταστροφή (εικ. 5)] και ο "αργυρός ναός" [Γκίνκακου-τζι,1482] του Κυότο, δύο λαμπρά επιτεύγματα της εποχής Μουρομάτσι, καθώς και η "Αίθουσα του Φοίνικα" στο περίφημο Μπυοντόιν (1053), ένα από τα κοσμήματα της εποχής Χεϊάν.

 
Το κείμενο αυτό συνέγραψε η Δρ. Κλαίρη Β. Παπαπαύλου κατά παράκληση της Ιαπωνικής Πρεσβείας στην Αθήνα. Απαγορεύεται η χρήση του χωρίς προηγούμενη γραπτή επικοινωνία με τη συγγραφέα. Οι απόψεις που εκφράζονται δεν απηχούν κατανάγκην επίσημες απόψεις της πρεσβείας ή της κυβερνήσεως.



 
 

 
       

        
        

          

Copyright (c) : 2014 Embassy of Japan in Greece
46 Ethnikis Antistasseos Str., 152-31 Halandri, Athens
Phone : +30-210-6709900 (Central) | Fax : +30-210-6709980