Ο Σαράκου ερμηνευόμενος από σύγχρονους Ιάπωνες καλλιτέχνες
Της δρος Κλαίρης Παπαπαύλου,
Ιστορικού της Απωανατολικής Τέχνης
|
Εκθέσεις ιαπωνικών χαρακτικών, παραδοσιακών (
ουκίγιο-ε) και νεότερων, έχουμε επανειλημμένα χαρεί στη χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες (βλ. και στα σχετικά κεφάλαια του «
σεμιναρίου ιαπωνικής κουλτούρας» στην ιστοσελίδα της πρεσβείας). Αλλά ένα αφιέρωμα σε καλλιτέχνη όπως ο Τοσουσάι Σαράκου (Toshusai Sharaku), έστω και αν δεν μας προσφέρεται για πρώτη φορά, παραμένει ιδιαίτερα σημαντικό. Είναι μια μοναδική ευκαιρία, για όσους δεν είχαν δει το παλαιότερο αφιέρωμα του 1998, να επικοινωνήσουν με τον καλλιτέχνη τώρα και για τους υπόλοιπους, μια εξίσου καλή ευκαιρία ν' ανανεώσουν την ευχαρίστηση τής επικοινωνίας μ' έναν επιφανή δημιουργό, που αντιπροσωπεύει μοναδική περίπτωση μέσα σ' αυτά τα ίδια τα ιαπωνικά χαρακτικά.
Ο Τοσουσάι Σαράκου παραμένει μια αινιγματική φυσιογνωμία: όλα τα έργα του που έφθασαν ως εμάς έχουν δημιουργηθεί στα χρόνια 1794-1795 και αυτή η σύντομη περίοδος αποτελεί το μόνο σίγουρο δεδομένο που διαθέτουμε για τη ζωή και τη δραστηριότητα του. Επίσης, σε αντιδιαστολή με άλλους φημισμένους σύγχρονους του ίσως πιο γνωστούς στη χώρα μας (όπως είναι π.χ. ο
Κιγιονάγκα και ο
Ουταμάρο , που επικέντρωσαν τα έργα τους στο θέμα τής ωραίας γυναίκας, ή ο πληθωρικός
Χοκουσάι που δημιούργησε σάλο με τα τοπία του στην Ευρώπη του ύστερου 19 ου αι.), ο
Σαράκου διέπρεψε κατεξοχήν στον τομέα των θεατρικών χαρακτικών. Οι συνθέσεις του είναι βασικά εμπνευσμένες από διάσημους ηθοποιούς του θεάτρου
καμπούκι και, ως ένα βαθμό, και του
κυόγκεν.
Μπορεί να δει κανείς μια συγγένεια ανάμεσα στον
Σαράκου και τον
Ουταμάρο, στο γεγονός ότι και οι δύο καλλιτέχνες, όπως άλλωστε και άλλοι ίσως λιγότερο διάσημοι, ενδιαφέρθηκαν (ο
Ουταμάρο σε μεταγενέστερη φάση, ο
Σαράκου στο ξεκίνημα του, όσο το γνωρίζουμε) να απεικονίσουν όχι μόνον ολόκληρες μορφές αλλά και προτομές μορφών. Το γεγονός αυτό επέτρεψε και στους δύο να ερευνήσουν και ν' αξιοποιήσουν ιδιαίτερα την έκφραση τής ανθρώπινης φυσιογνωμίας. Η συγγένεια όμως σταματάει εδώ, γιατί οι δυο τους ακολουθούν τελείως διαφορετικούς καλλιτεχνικούς δρόμους:ο
Ουταμάρο βυθίζεται στη γυναικεία ψυχοσύνθεση, διαπρέποντας στη σύλληψη αδιόρατων εναλλαγών της, ενώ ο
Σαράκου εισδύει δυναμικά στις ιδιομορφίες τής θεατρικής προσωπικότητας, μέσα από την τεχνική και το μακιγιάζ των ηθοποιών του
καμπούκι, συγκεράζοντας, στην απόδοση των προσώπων και των κινήσεων τους, μια διορατική ευαισθησία και μια ρεαλιστική ένταση που προαναγγέλλει ήδη τον μεταγενέστερο ευρωπαϊκό εξπρεσιονισμό.
Μεταγενέστερα έργα του
Σαράκου (δημιουργημένα μέσα στα όρια της βραχύβιας παρουσίας του) δείχνουν ότι δεν επέμεινε να δημιουργεί προς την κατεύθυνση της εξπρεσιονιστικής μορφής σε προτομή – ίσως λόγω ταχείας εναλλαγής των ενδιαφερόντων του, ίσως και γιατί η «εικονοκλαστική» για τα δεδομένα της εποχής προσέγγιση του δεν συνάντησε, σύμφωνα με κάποιες ενδείξεις, ευμενή ανταπόκριση από το ευρύ κοινό. Από την άλλη πλευρά, η εντυπωσιακά τολμηρή κα πρωτοπόρα τεχνική του, που υποβοηθείται από την ιδιόμορφη, στυλιζαρισμένη τεχνική τού παραδοσιακού ιαπωνικού θεάτρου και φαίνεται τόσο «μοντέρνα» στα μάτια τού σημερινού θεατή, είναι αυτή ακριβώς που του διασφάλισε τη διεθνή καθιέρωση και την ανανέωση της φήμης του, ήδη στον 20 ο αι. και στην εποχή μας. Αυτή η πλευρά προβάλλεται και στην τωρινή έκθεση, σε εξαιρετικής ποιότητας αντίγραφα των θεατρικών πορτραίτων του
Σαράκου, που έχουν φιλοτεχνηθεί από το Ινστιτούτο Ξυλογραφίας Αντάτσι (Adachi).
Τα είκοσι οκτώ θεατρικά πορτραίτα του
Τοσουσάι Σαράκου αποτελούν το πρώτο τμήμα του αφιερώματος. Τα δύο άλλα τμήματα περιλαμβάνουν έργα άλλων καλλιτεχνών, νεότερων και σύγχρονων, που εμπνέονται από το δάσκαλο ή αποτίουν φόρο τιμής σε αυτόν. Πρόκειται για μια επιλεγμένη σειρά από αφίσες και για ποικίλα έργα άλλων κατηγοριών. Το πιο ενδιαφέρον σημείο στις αφίσες είναι η ποικιλομορφία των τρόπων με τους οποίους οι νεότεροι ιάπωνες καλλιτέχνες προσεγγίζουν το πρότυπο του δασκάλου – μια ποικιλομορφία που, με τη σειρά της, επικυρώνει τον πολύμορφο χαρακτήρα τής δικής του συμβολής. Η εξπρεσιονιστική προσέγγιση του
Σαράκου αξιοποιείται, άλλοτε με την επισήμανση μεμονωμένων χαρακτηριστικών των μορφών του (μάτια, χείλη, χέρια κ.α.), που αναδεικνύονται σε κύρια θεματικά μοτίβα και άλλοτε με ευρηματική αναγωγή σε γηγενή καλλιτεχνικά στοιχεία, μάλιστα καλλιγραφικά.
Στο τρίτο μέρος της έκθεσης συναντάμε ζωγραφικές συνθέσεις που κυριαρχούνται από δυτικά υλικά και τεχνικές. Άλλες συνθέσεις αφήνουν να διαφαίνεται η παραδοσιακή τάση ταύτισης του θέματος με το πρότυπο της έμπνευσης και άλλες καταλήγουν σε δημιουργίες τελείως άσχετες προς το θέμα, αφηρημένες ή αφαιρετικές. Στη δεύτερη περίπτωση ανήκουν και όλα σχεδόν τα έργα των άλλων τεχνών, που συμπληρώνουν αυτό το ενδιαφέρον και πολυδιάστατο αφιέρωμα στον
Σαράκου. Αξίζει επίσης να τονιστεί ότι πολλά έργα συνδυάζουν την ελευθερία της θεματικής έμπνευσης με τη ζεστή αξιοποίηση παραδοσιακών υλικών, όπως το ξύλο ή ο πηλός, σε καλαίσθητες κατασκευές που ποικίλλουν, από κουτιά μουσικής έως εξαίσιες πορσελάνες.